Υδατικοί πόροι στην περιοχή
Στην Ελλάδα πάνω από το 30% των καλλιεργήσιμων εδαφών έχουν χάσει την παραγωγικότητά τους εξαιτίας της συνεχιζόμενης μείωσης και της ποιοτικής υποβάθμισης των υδατικών πόρων. Οι ταμιευτήρες επιφανειακού νερού εξαντλούνται, ενώ η στάθμη των υπόγειων υδροφόρων στρωμάτων διαρκώς υποχωρεί σε ανησυχητικά επίπεδα.
Σήμερα με την εντατικοποίηση και αναδιάρθρωση των καλλιεργειών στην ελληνική ύπαιθρο και την παρατηρούμενη λειψυδρία απαιτείται μια πιο ορθολογική εκμετάλλευση του υδάτινου δυναμικού και ιδιαίτερα στις έντονα καλλιεργήσιμες περιοχές (πεδινές, ημιλοφώδεις – λοφώδεις).
Μια τέτοια περιοχή με μεγάλο ενδιαφέρον αποτελεί η ευρύτερη πεδιάδα της Ορεστιάδας, κυρίως λόγω της θέσης της και της μεγάλης έκτασης που καταλαμβάνει. Το υδατικό πρόβλημα στην περιοχή αυτή είναι πλέον έντονο και με περαιτέρω τάσεις όξυνσης που το επιβεβαιώνουν οι παρακάτω διαπιστώσεις:
1. Η μείωση των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων (βροχές και χιόνια) είναι εμφανής.
2. Τα φαινόμενα της λειψυδρίας γίνονται εντονότερα.
3. Οι υδρευτικές και αρδευτικές ανάγκες είναι υψηλές και συνεχώς αυξανόμενες.
4. Οι επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον είναι άμεσες και υπάρχει κίνδυνος να επηρεάσουν το οικοσύστημα της περιοχής.
5. Η διαχείριση του υδατικού δυναμικού της περιοχής είναι ελλιπέστατη.
Στα παραπάνω προβλήματα πρέπει να προστεθεί και το γεγονός ότι οι δύο μεγαλύτεροι ποταμοί της περιοχής, ο Έβρος και ο Άρδας έχουν τις πηγές τους στη Βουλγαρία. Οι Βούλγαροι με την κατασκευή μεγάλων φραγμάτων στον π. Άρδα εκμεταλλεύονται σημαντικές ποσότητες νερού για ύδρευση, άρδευση και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η ποσότητα του νερού που εισέρχεται στο ελληνικό έδαφος καθορίζεται με το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου υπ’ αριθμόν 2, το οποίο αφορά στο άρθρο 3 παρ. β της συμφωνίας “Περί διακανονισμού των εκκρεμών οικονομικών ζητημάτων και αναπτύξεως της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ του Βασιλείου της Ελλάδος και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας” του 1964. Πρόκειται για συμφωνία που υπογράφεται κάθε χρόνο μεταξύ των δύο χωρών και αποτελεί πολεμική αποζημίωση της Βουλγαρίας προς την Ελλάδα, επειδή οι Βούλγαροι εισέβαλλαν κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στη Β. Ελλάδα με τις δυνάμεις του Άξονα. Έτσι, κατά το μήνα Σεπτέμβριο κάθε έτους υποβάλλεται διάγραμμα των μηνιαίων απαιτήσεων νερού για την επόμενη αρδευτική περίοδο, αλλά η συνολική παρεχόμενη ποσότητα νερού παραμένει σταθερή κάθε χρόνο και ισούται με 186.000.000 m3 (Γ.Ο.Ε.Β. Ορεστιάδας).
Ποταμός Έβρος
Οι πηγές του π. Έβρου βρίσκονται στη Βουλγαρία στο όρος Ρίλα και οι εκβολές του στο Θρακικό πέλαγος ανατολικά της Αλεξανδρούπολης. Έχει συνολικό μήκος 530km από τα οποία τα 230km αποτελούν το φυσικό όριο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σύμφωνα με τη συνθήκη της Λωζάνης του 1923.
Η λεκάνη απορροής του π. Έβρου έχει έκταση 52.788km2, αλλά μόνο τα 3.421km2 βρίσκονται στο ελληνικό έδαφος. Τα υπόλοιπα 49.367km2 μοιράζονται μεταξύ Βουλγαρίας και Τουρκίας με το μεγαλύτερο τμήμα να ανήκει στη Βουλγαρία (Ι.Γ.Μ.Ε. Ανατ. Μακεδονίας – Θράκης). Η βαθιά κοίτη του ποταμού κυμαίνεται από 100 – 500m σε πλάτος, ενώ οι κλίσεις ροής του κυμαίνονται από 0,2 – 0,4%. Το πλάτος του ποταμού λόγω των φερτών υλών παρουσιάζει συνεχείς διακυμάνσεις. Σε πλημμυρική περίοδο φτάνει και αρκετές φορές ξεπερνά τα 500 – 800m, ακόμα και εκεί όπου υπάρχουν προστατευτικά αναχώματα.
Γενικά ο Έβρος είναι ήρεμο ποτάμι. Τα αναχώματα, που έχουν κατασκευαστεί για την προστασία των παρέβριων οικισμών και των καλλιεργούμενων εκτάσεων, έγιναν με βάση ειδική μελέτη που συνέταξε η αμερικανική εταιρεία Hartza για λογαριασμό των δύο όμορων χωρών, Ελλάδας και Τουρκίας. Τα αντιπλημμυρικά έργα άρχισαν να κατασκευάζονται το 1955. Η μελέτη αυτή περιλαμβάνει από ελληνικής πλευράς την προστασία των οικισμών Ορμενίου, Δικαίων, Ν. Βύσσας, Διδυμοτείχου, Σουφλίου, Λαγυνών, Φυλακτού και Φερρών, καθώς και καλλιεργούμενες εκτάσεις, όπως ο κάμπος της Ορεστιάδας.
Για την αξιοποίηση όλης της καλλιεργούμενης γης στις παρέβριες περιοχές έχουν γίνει και εξακολουθούν να γίνονται πολλά μικρά αναχώματα ύψους 2 – 3m, τα οποία όμως σε περίπτωση μεγάλης πλημμύρας υπερκαλύπτονται από τα νερά του ποταμού. Οι προστατευόμενες εκτάσεις από τα υπερβλητά αυτά αναχώματα είναι περίπου 110.000στρ. Μεγάλες πλημμύρες που να καλύπτουν τις παραπάνω εκτάσεις εμφανίζονται κάθε 15 – 20 χρόνια. Ωστόσο, από τις πλημμύρες αυτές δεν κινδυνεύουν άμεσα οι παραπάνω οικισμοί, οι οποίοι προστατεύονται από μεγάλα αναχώματα ύψους 3 – 4m.
Κατά τη χειμερινή περίοδο και ειδικότερα σε περιόδους με συνεχείς βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις ο π. Έβρος φορτίζεται με τα νερά πολλών χειμάρρων. Στον π. Έβρο εκβάλλουν επίσης και οι ποταμοί Τούντζας και Εργίνης που πηγάζουν από την Ανατολική τουρκική Θράκη. Σημαντικότερος από αυτούς είναι ο Τούντζας που ενώνεται με τον π. Έβρο στην περιοχή της Ανδριανούπολης. Στους χειμάρρους του π. Έβρου κατασκευάζονται συνεχώς έργα διευθέτησής τους για την αντιπλημμυρική προστασία των περιοχών μέσα στις οποίες κινούνται.
Ποταμός Άρδας
Ο π. Άρδας πηγάζει από τη Βουλγαρία και ειδικότερα από τις νότιες περιοχές της οροσειράς του Λίμου και από τις βόρειες παρυφές της οροσειράς της Ροδόπης στο όρος Κούλα βορειοδυτικά της Ξάνθης. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραπόταμους του π. Έβρου και εισέρχεται στο ελληνικό έδαφος στη βόρεια περιοχή της επαρχίας Ορεστιάδας με ανατολική κατεύθυνση διαχωρίζοντάς τη σε δύο τμήματα. Ενώνεται με τον π. Έβρο στην περιοχή Μαράσια Ορεστιάδας.
Ο π. Άρδας έχει λεκάνη απορροής με συνολική έκταση 1.705km2. Από αυτά μόνο τα 349km2 βρίσκονται στο ελληνικό έδαφος και περιλαμβάνονται στη λεκάνη απορροής του π. Έβρου (Ι.Γ.Μ.Ε. Ανατ. Μακεδονίας – Θράκης). Οι κλίσεις ροής του κυμαίνονται από 0,5 – 1ä. Πρέπει να αναφερθεί ότι επί του π. Άρδα και ειδικότερα στη διαδρομή του μέσα από τη Βουλγαρία έχουν κατασκευαστεί πολλά φράγματα με αποκορύφωμα το υδροηλεκτρικό φράγμα στην περιοχή του Ιβαΐλογκραντ, το οποίο απέχει 10km από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Επί του ελληνικού εδάφους και ειδικότερα στην περιοχή του οικισμού Θεραπειό Ορεστιάδας έχει κατασκευαστεί αρδευτικό φράγμα χωρητικότητας 3.500.000m3 με σκοπό να αρδεύονται η βόρεια και η νότια πλευρά της λεκάνης του ποταμού. Επίσης, στην περιοχή αυτή έχουν κατασκευαστεί μεγάλα εγγειοβελτιωτικά και αρδευτικά έργα.
Ο π. Άρδας δε δημιουργεί προβλήματα πλημμύρας, εκτός αν κάποια βλάβη στα φράγματα προκαλέσει βίαιη απελευθέρωση μεγάλων όγκων νερού με συνέπεια να προκληθεί πλημμύρα η έκταση της οποίας έχει εκτιμηθεί με ειδική μελέτη. Η μελέτη αυτή έχει την ιδιαιτερότητά της όχι τόσο για το αρδευτικό φράγμα που βρίσκεται στο ελληνικό έδαφος, όσο για το γεγονός ότι μπροστά από αυτό υπάρχει το προαναφερθέν υδροηλεκτρικό φράγμα της Βουλγαρίας με περίπου 300.000.000m3 νερού στην αποθήκη του. Κατά συνέπεια σε περίπτωση καταστροφής του οι συνέπειες για μας θα είναι ανυπολόγιστες.